news

Οι κύστεις των ωοθηκών είναι από τα πιο συνήθη ευρήματα στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζουν να αποτελούν πηγή άγχους και πανικού. Ας δούμε όμως πώς έχουν τα πράγματα…

Οι κύστεις των ωοθηκών είναι σχηματισμοί γεμάτοι υγρό που αναπτύσσονται στην ωοθήκη. Οι περισσότερες γυναίκες θα εμφανίσουν μία κύστη ωοθήκης κάποια στιγμή στη ζωή τους. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι καλοήθεις και τείνουν να εξαφανίζονται από μόνες τους, δίχως να χρήζουν κάποιας θεραπείας.

Οι πιο συχνοί τύποι κύστεων είναι:

  • Λειτουργικές κύστεις: Οι λειτουργικές κύστεις είναι οι πλέον συχνές κύστεις που συναντάμε στις ωοθήκες. Σχηματίζονται όταν για κάποιο λόγο, συνήθως ορμονικό, η διαδικασία της ωορρηξίας και της ωρίμανσης του ωοθυλακίου δεν εξελίσσεται φυσιολογικά. Έχουν συγκεκριμένα υπερηχογραφικά χαρακτηριστικά και τις περισσότερες φορές υποχωρούν μόνες τους σε διάστημα 6-8 εβδομάδων.
  • Δερμοειδείς κύστεις (καλοήθη ώριμα κυστικά τερατώματα): Είναι κυστικά μορφώματα τα οποία προέρχονται από τα εμβρυϊκά κύτταρα που παράγουν τα ωάρια. Εμφανίζονται συνήθως σε γυναίκες από 10 έως 40 ετών και μπορούν να περιέχουν στο εσωτερικό τους διάφορους ιστούς, όπως σμήγμα, τρίχες, δόντια κ.ά. Ορισμένες φορές μπορούν να είναι αμφοτερόπλευρες (20%). Πρέπει πάντα να αφαιρούνται για τον αποκλεισμό ύπαρξης κάποιας κακοήθειας και προς αποφυγή επιπλοκών.
  • Κυσταδένωμα (ορώδες ή βλεννώδες): Είναι καλοήθεις όγκοι των ωοθηκών που προέρχονται από τα επιφανειακά κύτταρα της ωοθήκης. Παρουσιάζονται συχνότερα σε γυναίκες άνω των 30 ετών. Μπορούν να διαχωριστούν σε ορώδη ή βλεννώδη, ανάλογα με το περιεχόμενό τους και μπορεί να φθάσουν σε μέγεθος πολλών εκατοστών. Αν και σπάνιο, υπάρχει κίνδυνος εξαλλαγής σε κακοήθεια, γι’ αυτό και πρέπει να αφαιρούνται.
  • Ενδομητριωσικές κύστεις (σοκολατοειδής κύστη ή ενδομητρίωμα): Δημιουργούνται όταν ενδομητρικός ιστός (ο ιστός δηλαδή που επενδύει το εσωτερικό της μήτρας) αναπτύσσεται στις ωοθήκες και δημιουργεί κυστικά μορφώματα. Τις συναντάμε σε γυναίκες που πάσχουν από ενδομητρίωση. Οι σοκολατοειδείς κύστεις δεν εξαφανίζονται από μόνες τους και η θεραπεία τους είναι συνήθως χειρουργική.
  • Αδενοκαρκίνωμα: Οι κακοήθεις κύστεις των ωοθηκών είναι πολύ πιο σπάνιο εύρημα και τις συναντάμε κυρίως σε γυναίκες άνω των 60 ετών. Επίσης, οι γυναίκες αυτές συνήθως παρουσιάζουν έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου, όπως ένα οικογενειακό ιστορικό θετικό για κακοήθειες της ωοθήκης, του μαστού ή του εντέρου, πρώιμη περίοδο, όψιμη εμμηνόπαυση, ατοκία, παχυσαρκία και μακρόχρονη χρήση οιστρογόνων. Από την άλλη, η ηλικία κάτω των 40 ετών, οι εγκυμοσύνες, ο θηλασμός και η χρήση αντισυλληπτικών δισκίων φαίνεται να προστατεύουν από την παθολογία.

Οι κύστεις των ωοθηκών συνήθως δεν δίνουν συμπτώματα και είναι συχνά τυχαίο εύρημα στην γυναικολογική εξέταση. Τις περισσότερες φορές μία λειτουργική κύστη μπορεί να προκαλέσει διαταραχές της περιόδου. Επίσης, οι κύστεις μεγάλου μεγέθους μπορεί να προκαλέσουν κοιλιακό ή πυελικό άλγος ή μία αίσθηση βάρους και πίεσης. Οι γυναίκες με ενδομητριωσικές κύστεις αναφέρουν τα συμπτώματα της ενδομητρίωσης, όπως δυσμηνόρροια, πόνο στην σεξουαλική επαφή και υπογονιμότητα. Πιο έντονα συμπτώματα παρουσιάζονται όταν μία κύστη σπάσει ή συστραφεί. Αυτές οι επιπλοκές προκαλούν οξύ κοιλιακό άλγος και αποτελούν ένδειξη για επείγουσα χειρουργική επέμβαση.

Η διάγνωση μίας κύστης στην ωοθήκη γίνεται λαμβάνοντας ένα καλό ιστορικό της γυναίκας, με τη γυναικολογική εξέταση και το διακολπικό υπερηχογράφημα. Το ιστορικό προσανατολίζει τον ιατρό, ενώ η γυναικολογική εξέταση δίνει περαιτέρω πληροφορίες ως προς τη θέση, το μέγεθος, την υφή και την κινητικότητα της κύστης. Στο υπερηχογράφημα οι κύστεις παρουσιάζουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ανάλογα με τον τύπο. Συχνά η μελέτη της αιμάτωσης της κύστης με το Doppler υπερηχογράφημα συμπληρώνει τη διάγνωση. Επίσης χρήσιμες ως προς την αξιολόγηση μίας κύστης της ωοθήκης είναι η μέτρηση του δείκτη CA-125 στο αίμα και άλλες απεικονιστικές μέθοδοι, όπως η Μαγνητική Τομογραφία.

Η θεραπεία μίας κύστης της ωοθήκης εξαρτάται από τον τύπο της κύστης και την ηλικία της γυναίκας. Πριν την εμμηνόπαυση οι συχνότερες κύστεις είναι λειτουργικές και όπως αναφέραμε τείνουν να εξαφανίζονται από μόνες τους μέσα σε ένα-δύο μήνες χωρίς θεραπεία. Για το λόγο αυτό, μικρές κύστεις με ομαλά υπερηχογραφικά χαρακτηριστικά χρήζουν μόνο παρακολούθησης, σε συνδυασμό με τη μέτρηση του CA-125. Σε περίπτωση που μία κύστη παραμείνει ή μεγαλώσει, έχει πολύπλοκη δομή στο υπερηχογράφημα ή ο δείκτης Ca-125 είναι θετικός, ή ακόμα εάν προκαλεί συμπτώματα, τότε χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση και πιθανώς αφαίρεση της κύστεως.

Στις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες οι ωοθήκες ατροφούν και είναι πιο σπάνιο να συναντήσουμε κάποιο είδος κύστης, ακόμα περισσότερο μία λειτουργική κύστη, από τη στιγμή που η διαδικασία της ωορρηξίας έχει διακοπεί. Και σε αυτήν την περίπτωση όμως, εάν ο δείκτης CA-125 είναι αρνητικός και η κύστη δεν έχει μεγάλες διαστάσεις και ανώμαλα χαρακτηριστικά, μπορεί απλώς να παρακολουθείται, αν και τις περισσότερες φορές προτιμάται η αφαίρεση της κύστεως λόγω της αυξημένης συχνότητας κακοήθειας σε αυτές τις ηλικίες και του άγχους που προκαλεί ένα τέτοιο εύρημα στη γυναίκα.

Τα αντισυλληπτικά δισκία είχαν στο παρελθόν ευρεία χρήση ως θεραπεία των λειτουργικών κύστεων. Είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι δεν προσφέρουν κανένα θεραπευτικό πλεονέκτημα, ενώ φαίνεται να προστατεύουν από την επανεμφάνιση νέων κύστεων. Επίσης, όπως προαναφέρθηκε, φαίνεται να έχουν προστατευτική δράση ως προς την εμφάνιση καρκίνου της ωοθήκης.

Σε περίπτωση που χρειάζεται να αφαιρεθεί η κύστη, η πλέον διαδεδομένη προσέγγιση είναι η λαπαροσκοπική. Χάρη στην χαμηλή επεμβατικότητα (δεν διανοίγεται το κοιλιακό τοίχωμα), η γυναίκα μπορεί να φύγει από το νοσοκομείο την ίδια ημέρα της επέμβασης. Επίσης, επιτρέπει τη μεγαλύτερη δυνατή διατήρηση του υγιούς ωοθηκικού ιστού, καθώς και σχεδόν ανεπαίσθητα αισθητικά αποτελέσματα, βασικά πλεονεκτήματα κυρίως στις νεαρές γυναίκες. Η ανοιχτή προσέγγιση επιφυλάσσεται πλέον μόνο για περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει ένδειξη κακοήθειας.

Recommended Posts